Περιγραφή

Δικηγόρος
Πρόεδρος Δημοτικού Συμβουλίου Νεάπολης-Συκεών
Μέλος Πολιτικού Συμβουλίου ΠΑ.ΣΟ.Κ.

Δευτέρα 11 Αυγούστου 2014

Κοινωνικό κράτος ή ευρύτερος δημόσιος τομέας;

Άρθρο μου στο ka-business.gr
Συνήθως οι πολιτικές επιλογές αποτελούν μία διεργασία που συντελείται στη βάση συνεκτίμησης δύο παραγόντων: της ιδεολογίας και της πρακτικής. Στη μεν πρώτη αποτυπώνονται οι βασικές πεποιθήσεις για το κράτος, το ρυθμιστικό του χαρακτήρα στην αγορά, το πλέγμα σχέσεων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, τις ρυθμίσεις για το κοινωνικό κράτος κ.α., ενώ στη δε δεύτερη εντάσσονται οι προτεραιότητες, οι στρατηγικές επιλογές και οι τακτικοί χειρισμοί.

Πολλές φορές, δυστυχώς, ειδικά σε επιλογές που διακυβεύουν δομικές αλλαγές, δεν παρατηρούμε ευκρινώς ούτε κάποιο ιδεολογικό πρόταγμα, ούτε κάποιο στρατηγικό πρόκριμα, ούτε κάν κάποια συνάφεια μεταξύ ιδεολογίας και στρατηγικής.
Η περίπτωση της «μικρής ΔΕΗ» σήμερα, η μεταρρύθμιση στην παιδεία πριν από λίγους μήνες ή η υπόθεση του γάλακτος πριν από λίγο καιρό φανερώνουν τη βασική αδυναμία πολιτικής αποτύπωσης ενός πολιτικού οράματος που πείθει για αναγκαίες αλλαγές αλλά και -το δυσκολότερο- ανάγει την αποτυχία υλοποίησης σε αδυναμία σύλληψης βασικών αλλαγών.Προφανώς, όπως η αδυναμία υποστήριξης ή η λανθασμένη εφαρμογή μιας αλλαγής καταλήγει σε μία κατάσταση μη επιθυμητή, έτσι και μία καλή ιδέα δε σημαίνει πως θα αποτελέσει και την πολιτικά σωστή επιλογή. Θα επαναλάβω βασικές αρχές της χρηστής διοίκησης, όπως η στρατηγική αντίληψη, η πίστη στην εφαρμογή, η διαρκής μέριμνα για την ορθή κατεύθυνση, ο έλεγχος, η αναζήτηση εναλλακτικών κλπ, που όμως στην παρούσα ελληνική πραγματικότητα, οφείλουν να λαμβάνουν υπόψιν τους πολιτικές προγραμματικές συμφωνίες και στρατηγικές στοχεύσεις.

Είμαι σίγουρος πως όσοι βλέπουν την τιμή στο γάλα ή στο ψωμί να μη μειώνεται, βλέπουν με εξαιρετικό σκεπτικισμό τις προωθούμενες αλλαγές στο θέμα της ΔΕΗ. Όσο οι «μεταρρυθμίσεις» της καθημερινότητας δε πιάνουν τόπο, είμαι σχεδόν πεπεισμένος πως προωθούμενες αλλαγές τέτοιας κλίμακας αντιμετωπίζονται -τουλάχιστον- με επιφύλαξη. Δε θα επιχειρήσω να επιχειρηματολογήσω στο θέμα της ΔΕΗ, άλλωστε οι συνιστώσες (ιδεολογίας και στρατηγική) της πολιτικής επιλογής προλαβαίνουν τέτοιες συζητήσεις, όμως θα επιχειρήσω να συμβάλλω στη συζήτηση που διανοίγεται για το μέλλον της χώρας, της παραγωγικής της δομής και της  αξιοποίησης των πλουτοπαραγωγικών της πηγών.
Ας επιχειρήσουμε να συγκρίνουμε την Ελλάδα με την Σουηδία στη βάση της παραγόμενης κοινωνικής υπηρεσίας με αφορμή την αναφορά στην έκθεση τουΟΑΣΑ του 2011, την οποία επικαλούνται συχνά καιστελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Η αναφορά αυτή σχετίζεται με έναν πίνακα της έκθεσης που αναφέρεται στο ποσοστό εργαζομένων στο Δημόσιο, σύμφωνα με τον οποίο το ποσοστό για την Ελλάδα φέρεται να είναι γύρω στο 10% ενώ για την Σουηδία στο 30%.

Καθώς φαίνεται έτσι η Σουηδία να έχει μεγαλύτερο δημόσιο τομέα από τον αντίστοιχο ελληνικό, μία προσεκτικότερη παρατήρηση των δεδομένων φέρνει τηναπασχόληση στην κεντρική κυβέρνηση για την Ελλάδα να είναι πράγματι στο 10% ενώ για την Σουηδία στο 30%, ενώ αντίθετα η απασχόληση στις Δημόσιες επιχειρήσεις για τη χώρα μας να είναι στο 12,5% με τηΣουηδία από την άλλη να έχει ελάχιστη.
Δεν έχει σημασία να πούμε πόσοι συνολικά δουλεύουν στην κεντρική κυβέρνηση σε απόλυτους αριθμούς˙ το ζήτημα δεν είναι το μέγεθός του δημοσίου, αλλά η αποτελεσματικότητά του. Με άλλα λόγια, σημασία έχει αυτό που παίρνουν οι πολίτες από το κράτος σε παροχέςκαι εν γένει σε ικανοποίηση των αναγκών τους.

Ας επιχειρήσουμε όμως ακόμη μία σύγκριση και για το 2012. Οι κοινωνικές δαπάνες ως ποσοστό επί του ΑΕΠ για την Ελλάδα και την Σουηδία είναι περίπου ίδιες (28% στη Σουηδία, 24% στην Ελλάδα), με το ίδιο μέγεθος εργατικού δυναμικού  (5.000.000 περίπου σε απόλυτους αριθμούς). Η Σουηδία και η Ελλάδα, δύο ισοδύναμες πληθυσμιακά χώρες, έχουν και τα ακριβότερα κοινωνικά κράτη. Οι συγκρίσεις είναι εντυπωσιακές.

Και για να γίνουν ακόμη εντυπωσιακότερες, ας λάβουμε υπ' όψιν μας και μία έρευνα του Γερμανικού Ινστιτούτουγια το μέλλον της εργασίας (IZA), το οποίο βαθμολογεί την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών του κοινωνικού κράτους για τις χώρες της έρευνας, χρησιμοποιώντας ως μέτρο το ποσοστό των περιπτώσεων όπου η απόδοση της παροχής είναι καλύτερη από την αναμενόμενη. Έτσι, για το 2007, το ποσοστό περιπτώσεων όπου η πρόληψη της φτώχειας μετά από λήψη κοινωνικής παροχής, είναι αποδοτικότερη από την αναμενόμενη είναι στην Ελλάδα -5.97% και στη Σουηδία 4.83%. Για την ιστορία, ηΕλλάδα, η Ισπανία, και η Ιταλία έχουν τις χειρότερες αποδόσεις στην Ευρώπη για το έτος αναφοράς (2007).

Βέβαια, οι τοποθετήσεις των αριθμών σε θέσεις που βολεύουν τις συγκρίσεις δε μπορεί να αμελήσει την παρουσίαση της πραγματικότητας. Πράγματι, το 30% του εργατικού δυναμικού της Σουηδίας, δεν απασχολείται στις ΔΕΚΟ αλλά σε μία κεντρική κυβέρνηση ικανή να διασφαλίζει την κοινωνική συνοχή.Προφανώς, το κοινωνικό κράτος της Ελλάδας αποτυγχάνει να διαθέσει αποτελεσματικά πόρους, να αξιοποιήσει κατάλληλα το ανθρώπινο δυναμικό του, να καταπολεμήσει τις εστίες διαφθοράς και εισφοροδιαφυγής.

Θα επιστρέψω κλείνοντας στο βασικό στοιχείο της επιχειρούμενης ανάλυσης : τον πολιτικό πραγματισμό έναντι της ιδεολογικής αυτοτοποθέτησης. Κανείς δεν δύναται να μονοπωλήσει το ενδιαφέρον για το μέλλον της χώρας, όπως και κανένας δεν έχει να κάνει εύκολες επιλογές όταν το μέλλον της χώρας κινδυνεύει. Οι διακηρύξεις μεταρρυθμιστικής κατεύθυνσης μπορούν να αποδειχθούν επισφαλείς εάν δεν υποστηριχθούν. Όμως πρέπει επιτέλους αυτό που πιστεύουμε, αυτό που επιχειρούμε, αυτό που επιδιώκουμε όταν δεν αποδίδει να αναλαμβάνουμε και αυτήν την ευθύνη. Αυτό δεν έχει να κάνει ούτε με στρατηγική, ούτε με ιδεολογία, έχει να κάνει με το ρεαλισμό της ευθύνης, κάτι που λείπει εδώ και καιρό.



http://www.ka-business.gr/pages/news/7065/koinwniko-kratos-h-eyryteros-dhmosios-tomeas

Σάββατο 2 Αυγούστου 2014

Νέοι όροι και ανασυγκρότηση



Η συγκρότηση ενός ισχυρού προοδευτικού πόλου αποτελεί αναγκαία αντίδραση στην υφιστάμενη δομή του κομματικού συστήματος και μοναδική λύση που εγγυάται την προοπτική του χώρου. Ένα νέο πλαίσιο προοδευτικής προοπτικής, με τη συμμετοχή όλων όσων θεωρούν πως η σωτηρία της χώρας είναι καθήκον ιερό, και το μέλλον της συλλογική ευθύνη, οφείλει να θέσει τις βάσεις άμεσα για τη συσπείρωση των προοδευτικών δυνάμεων του τόπου.

Σήμερα, που το παλιό πεθαίνει και το νέο δυσκολεύεται να γεννηθεί, το μέλλον της χώρας απειλείται από την ισχυρή παρουσία δυνάμεων οπισθοδρόμησης, ειδικά όταν εντάσσονται σε αυτές όσοι για 30 χρόνια συνέβαλαν αποφασιστικά στη συντήρηση ενός παρασιτικού μοντέλου επιχειρηματικότητας, στη διόγκωση της γραφειοκρατίας, του νεποτισμού και της αδιαφάνειας.

Σήμερα, οφείλουμε να τοποθετηθούμε επί της ουσίας, διατυπώνοντας το σχέδιο ανασυγκρότησης και παραγωγικής αναδόμησής της χώρας, παρά να αναλωθούμε σε ψεύτικά διλήμματα «μνημόνιο – αντιμνημόνιο». Οφείλουμε να συμπράξουμε, θεμελιώνοντας τους νέους όρους της πολιτικής μας συγκρότησης:
·  Ευθύνη: με την έννοια της ευθύνης να αγγίζει κάθετα και οριζόντια όλο το πολιτικό βίο,
·  Ασφάλεια και σταθερότητα: με την Ελλάδα εντός Ευρωζώνης, εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρωταγωνίστρια στην προσπάθεια συνασπισμού των προοδευτικών δυνάμεων του Νότου ή και της Ευρώπης στο σύνολό της, στην προσπάθειας αλλαγής της Συνθήκης και τόνωσης της Ζήτησης
·  Αριστεία και δημιουργία: με την ανάδειξη των άριστων, και την επένδυση σε τομείς συγκριτικών πλεονεκτημάτων,
·  Διαφάνεια και κοινωνική λογοδοσία: με συνταγματική κατοχύρωση θεσμών διασύνδεσης της κοινωνίας των πολιτών με τους θεσμούς της εκτελεστικής εξουσίας.

Η κρίση της σοσιαλδημοκρατίας, όσο και εάν αποτελεί γεγονός, δε μπορεί να χρησιμοποηθεί ως άλλοθι για τη σημερινή κατάσταση του χώρου μας. Η κρίση της σοσιαλδημοκρατίας, δε μπορεί να ερμηνεύσει κινήσεις παλαιοκομματισμού ή ιδεολογικής απομόνωσης του κόμματος.

Διαθέτουμε τις δυνάμεις στην πραγμάτωση αυτού του σκοπού, της ανασύστασης του προοδευτικού χώρου με κυρίαρχα τα πολιτικά χαρακτηριστικά της καινοτομίας, της προόδου, των ριζοσπαστικών λύσεων, με βασικό προσανατολισμό τα ζητήματα της νέας γενιάς, γιατί αυτός είναι ο προνομιακός χώρος ώσμωσης αυτών των ιδεών, και πραγμάτωσης του οράματος για μία χώρα αυτόνομη, ανεξάρτητη, με μία κοινωνία ισχυρή.

Οφείλουμε να συμμετέχουμε στη δομική ανασύσταση του χώρου με όλες μας τις δυνάμεις και χωρίς υπεκφυγές. Χωρίς τη συντεταγμένη μας δράση, κάθε αντίδραση σε επιλογές ενός απαξιωμένου πολιτικού προσωπικού, δε θα συμβάλλει αποφασιστικά στη λύση.

ΤΟ ΠΑΣΟΚ κατάφερε για τέσσερις δεκαετίες να αποτελεί θέλγητρο, μονοπώλησε ιδεολογικά την Αριστερά, ενώ δεν υπήρχε εμπροσθοβαρής κοινωνική διεργασία που δεν είχε την υπογραφή του.

Αυτό το κατάφερε με τη σύμπραξη του συνόλου των στελεχών της μεταπολτιευσης, του συνόλου των ριζοσπαστών του ’74, αλλά και των μετριοπαθών των μετέπειτα αμφίπλευρων διευρύνσεών του. Με μία κοινωνική, αμείωτη, συμπαράταξη έδωσαν τον τόνο της Αλλαγής, της επιτυχίας και της διάρκειας. 

Πρέπει να πορευθούμε σε αυτήν την κατεύθυνση. Η προοδευτική προοπτική του χώρου χρειάζεται την πολιτική της αποτύπωση, και τη δράση όλων μας

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

Τι θα έλεγαν Keynes και Friedman για την Ελλάδα;


Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε μια από τις δυσκολότερες στιγμές της σύγχρονης ιστορίας της. Η ύφεση και η ανεργία βρίσκονται σε τρομακτικά επίπεδα και σχεδόν το σύνολο του ελληνικού λαού βιώνει στερήσεις και προβλήματα. Μέτρα εφαρμόζονται συνεχώς με την σύμφωνη γνώμη των Ευρωπαίων εταίρων μας.  Το αποτέλεσμα όμως είναι δυσδιάκριτο, και η  κατάσταση αν δεν παραμένει στάσιμη βελτιώνεται με αργούς ρυθμούς.

Όλοι ισχυρίζονται πως η κατάσταση της Ελλάδας είναι μοναδική. Έτσι εξηγούν την λανθασμένη κατά πολλούς συνταγή. Σίγουρα όμως κάποιοι θα γνώριζαν τον τρόπο. Αυτοί οι κάποιοι δεν είναι άλλοι από τους στυλοβάτες ολόκληρης της οικονομικής επιστήμης, από τους πρεσβευτές των δύο μεγαλύτερων οικονομικών σχολών, του κεϋνσιανισμού και του μονεταρισμού. Τι θα έλεγαν λοιπόν ο John Maynard Keynes, δημιουργός του κεϋνσιανισμού, και ο Milton Friedman, μεγαλύτερος εκπρόσωπος του μονεταρισμού, αν ζούσαν σήμερα; Τι θα πρότειναν για την Ελλάδα;

Από τη μία πλευρά ο κεϋνσιανισμός, οι διδαχές του οποίου χαρακτηρίζουν τους προοδευτικούς ανθρώπους και από την άλλη πλευρά ο μονεταρισμός, συνώνυμο του οποίου αποτελεί ο νέο-φιλελευθερισμός. Και στη μέση η ανεργία και η ύφεση.

Πρόκειται για δύο αντικρουόμενες σχολές που η κάθε μία θέτει τις δικές της προτεραιότητες. Ο κεϋνσιανισμός θέτει ως προτεραιότητα το άτομο και το κοινωνικό κράτος δικαίου, και βασίζεται στο ερέθισμα που μπορεί να δώσει η κρατική παρέμβαση για τη δημιουργία ανάπτυξης και θέσεων εργασίας. Ο μονεταρισμός αντιθέτως προσβλέπει στην μεγέθυνση του πλούτου των επιχειρήσεων μέσω της ελεύθερης αγοράς και διατηρεί σκληρή στάση απέναντι στην κρατική ώθηση.

Τα δεδομένα που ισχύουν στην περίπτωση της Ελλάδας είναι συγκεκριμένα και χωρίς μεγάλο περιθώριο αμφισβήτησης. Η Ελλάδα διαθέτει έναν τεράστιο δημόσιο τομέα που μέχρι πρότινος κάλυπτε και πολλές από τις αδυναμίες του προβληματικού ιδιωτικού τομέα, έναν μικρό ιδιωτικό τομέα που κυρίως αποτελείται από πολλές μικρές επιχειρήσεις και από ελάχιστες μεγάλες, και κυρίως ένα πολύ μεγάλο δημόσιο χρέος που υπερκαλύπτει το ΑΕΠ της χώρας.

Τα μέχρι τώρα μέτρα δείχνουν ολοκάθαρα πάντως την θεωρία που ενστερνίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση για την καταπολέμηση της ύφεσης και της ανεργίας στην Ελλάδα, και σίγουρα αυτή ενδιαφέρεται κάπως μακροπρόθεσμα για το άτομο. Η μονεταριστική θεωρία, που εφαρμόζεται εδώ, βασίζεται στην εσωτερική ανάπτυξη των επιχειρήσεων για την καταπολέμηση της κρίσης, δηλαδή στις νέες τεχνολογίες, στο εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό και στην επιχειρηματικότητα. Αλλά πώς θα απορροφηθεί ο τεράστιος αριθμός ανέργων από τον μηδαμινό ιδιωτικό τομέα της χώρας μας από την στιγμή που δεν υπάρχουν και ξένες επενδύσεις; Και πόσο μάλλον από τη στιγμή που ο ιδιωτικός τομέας λόγω της διάρθρωσής του και της υψηλής φορολογίας συρρικνώνεται ακόμα περισσότερο! Έτσι θα βελτιωθεί η κατάσταση και θα επανέλθει η ανάπτυξη;

Μπροστά σε αυτό το χάος αντιτίθεται επάξια η θεωρία του Κέυνς που προβάλλει την επανεκκίνηση της οικονομίας μέσα από τις δημόσιες δαπάνες και επενδύσεις, όχι όμως με παρεμβάσεις και σκοπιμότητες τύπου 80’s. To ερέθισμα θα έχει ως στόχο την κοινωνική ειρήνη και την οικονομική ομαλότητα που θα επιτρέψει τη στήριξη της ζήτησης, την αύξηση της κατανάλωσης και την ιδιωτική επένδυση.

Επίσης θα αποκατασταθεί και το κοινωνικό κράτος, με βάση τις ανάγκες του κάθε ατόμου εξειδικευμένα και όχι καθολικά. Όπως φαίνεται λοιπόν από τη θεωρία του Κέυνς, αν η Ελλάδα την ακολουθούσε, με στόχο την  πλήρη απασχόληση του ανθρώπινου κεφαλαίου αλλά και τη δίκαιη κατανομή του εισοδήματος μέσω φορολογικών παρεμβάσεων που μεγιστοποιούν την επένδυση και την κατανάλωση, τότε θα φαινόταν κάποια διέξοδος από την ύφεση και ταυτόχρονα θα δίδονταν μια τεράστια ανάσα στον ελληνικό λαό.

Και εδώ προκύπτει το ερώτημα: Η αναγκαιότητα να κυριαρχήσει στην Ευρώπη το προοδευτικό ρεύμα, με ένα πιο ανθρώπινο πρόσωπο και η ελεύθερη οικονομία να αποκτήσει μεγαλύτερη σταθερότητα, δεν είναι αυτονόητη;  Η μήπως τελικά ο νέο-φιλελευθερισμός και ο συντηρητισμός δεν είναι πλέον μόνο ένα πολιτικό ρεύμα, αλλά πανευρωπαϊκά χαρακτηριστικά που έχουν ριζώσει στις αντιλήψεις όλων των Ευρωπαίων πολιτών;


Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

Η προοδευτική λογική υπαγορεύει ουσιαστικές λύσεις για τα «κόκκινα» δάνεια


Μετά το πέρας της επιτυχημένης ανακεφαλαιοποίησης των τεσσάρων ελληνικών συστημικών τραπεζών «φήμες» διαδίδονται για την πρόθεση της κυβέρνησης περαιτέρω υποστήριξής τους με την θεσμοθέτηση της δυνατότητας πώλησης του 20% των «κόκκινων δανείων» σε εισπρακτικές εταιρίες και με την άρση των περιορισμών στους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας.

Αρχίζοντας από το πρώτο, εφόσον η διαδικασία της ανακεφαλαιοποίησης ολοκληρώθηκε επιτυχώς, εγείρονται ερωτήματα σχετικά με την σκοπιμότητά των μέτρων.

Στην Αμερική, οι ιδιωτικές τράπεζες πωλούσαν «κόκκινα δάνεια» σε άλλες ιδιωτικές τράπεζες, μέσα από την διαδικασία τιτλοποιήσεων. Αυτό συνέφερε τις πωλήτριες τράπεζες γιατί ξεφορτώνονταν από τους ισολογισμούς τους ζημιογόνα δάνεια, ενώ αυτό είχε όφελος και για τις αγοράστριες καθώς επρόκειτο για τράπεζες πιο εύρωστες οικονομικά, που προσέβλεπαν σε ενδεχόμενη ικανοποίηση του δανείου κατά ένα μέρος μελλοντικά, όταν -και εφόσον- οι δανειολήπτες θα είχαν ρευστό. Όλες όμως οι τράπεζες ήταν «συστημικές» και είχαν ενταχθεί σε μία ειδική διαδικασία συναλλαγών, όπου αποκλείονταν άλλοι μη συστημικοί παίκτες να αποκτήσουν συστημικό χρέος.

Στο παραπάνω πλαίσιο εμφανίζεται παράλογη η πώληση μέρους των κόκκινων δανείων σε ιδιωτικές εισπρακτικες εταιρίες, δηλαδή σε μη «τραπεζικά ιδρύματα συστημικού χαρακτήρα» καθώς η συνεισφορά τους στην εθνική οικονομία είναι απείρως μικρότερη συγκριτικά με ιδρύματα που έχουν επενδύσει κεφάλαια στην προσφορά τραπεζικών υπηρεσιών, ενώ περαιτέρω δε νομιμοποιούνται να αποκτήσουν χρέος ιδιωτών με αιτία που εντοπίζεται σε συναλλαγή δανειολήπτη με τράπεζα. Εξάλλου, με ποιόν αποτελεσματικότερο τρόπο –από τους υφιστάμενους- αυτές οι «ιδιωτικές εταιρίες» θα μπορέσουν να εισπράξουν το μη εξυπηρετούμενο χρέος ;

Σχετικά λοιπόν με την φημολογούμενη προσπάθεια των Τραπεζικών Ιδρυμάτων να πουλήσουν τα χρέη των στεγαστικών δανείων, που θεωρούν ότι είναι αδύνατο να εισπραχθούν, σε ιδιωτικές εταιρείες έναντι ποσοστού 20% επι της οφειλής τους, είναι απαραίτητη η θεσμοθετημένη προϋπόθεση της προηγούμενης πρότασης προς τον ίδιο το δανειολήπτη να αγοράσει την οφειλή του στο ίδιο τίμημα που έχει συμφωνηθεί με την εισπρακτική εταιρεία. Αυτή η στάση επιβάλλεται από τη δίκαιη και ηθική οπτική της προοδευτικής αντιμετώπισης του ζητήματος.

Αναφορικά με το ανακύπτον ζήτημα των πλειστηριασμών, ποιο το όφελος, αλήθεια, της άρσης των περιορισμών στους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας σε αυτή την χρονική συγκυρία; Με τις τράπεζες να έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί ήδη, οι πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας δεν θα συμβάλλουν καθοριστικά στην ανάκαμψή τους για τους εξής λόγους: (α) Τα ακίνητα δεν θα πιάσουν «την τιμή τους», καθώς είναι γνωστό πως στις αγορές η ανάγκη για ρευστό, αναγκαστικά ρίχνει τις τιμές και συνεπώς οι επώδυνοι συμβιβασμοί είναι αναπόφευκτοι. (β) Το διοικητικό και γραφειοκρατικό κόστος του πλειστηριασμού θα επιβαρύνει την ήδη «μειωμένη» τελική τιμή, καθώς οι πλειστηριασμοί κοστίζουν -περιλαμβάνουν αμοιβές επί μέρους δικηγόρων, συμβολαιογράφων, δικαστικών επιμελητών και το κόστος αυτό θα το επωμιστούν οι τράπεζες.

Οι περιορισμοί στους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας έχουν καταρχάς θετικά αποτελέσματα, με πιο σημαντικά τη διατήρηση της τιμής της αγοράς των ακινήτων και την προστασία της αγοραστικής δύναμης των ιδιωτών, -η οποία μελλοντικά θα μπορούσε να είναι η κινητήρια δύναμη για την έξοδο από την ύφεση-. Φυσικά, η αποτροπή του τεράστιου κοινωνικού κόστους της απώλειας της πρώτης κατοικίας για τους ιδιοκτήτες και τις οικογένειές τους είναι αποφασιστικού χαρακτήρα για τη δυνατότητα της ελληνικής κοινωνίας να ορθοποδήσει, να διατηρήσει τη συνοχή της, να επιχειρήσει την ανάταση και την υπέρβαση, έστω και στο σημερινό δυσοίωνο περιβάλλον.

Η προοδευτική οπτική των σχεδιαζόμενων πολιτικών λαμβάνει υπ’ όψιν τη διεθνή πρακτική και τις ανάγκες της κοινωνίας, ουσιαστικά υπαγορεύοντας την ορθότητα των επιλογών μας, επιτρέποντας έτσι το –απαραίτητο δυστυχώς- μίγμα επιτακτικών και επίπονων μέτρων να μη στερεί στο βωμό πρόσκαιρων ωφελειών την προοπτική της κοινωνίας μας.

Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

Οι Καθρέπτες δεν ψεύδονται…

Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα Καρφίτσα στις 31.08.2013

Η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης αποτέλεσε για πολλά χρόνια το κυρίαρχο πολιτικό γεγονός μετά το καλοκαίρι, σηματοδοτώντας αλλαγές και εννοιολογώντας το περιεχόμενο πολλών πολιτικών επιλογών. Αποτέλεσε έναν καθρέφτη της πολιτικής ζωής και ένα βήμα μέσω του οποίου η εκάστοτε πολιτική ηγεσία απευθύνεται στην κοινωνία. Αν και είναι ευρέως γνωστή για τα πομπώδη Εγκαίνια της με την παρουσία του εκάστοτε Πρωθυπουργού με τις ταυτόχρονες διαδηλώσεις στα πέριξ της εκθέσεως, η φετινή διοργάνωση θα είναι η πρώτη μετά από 14 χρόνια, που θα γίνει από τον ενοποιημένο εθνικό εκθεσιακό φορέα, ΔΕΘ ΑΕ και Helexpo ΑΕ, και θα έχει ένα σαφώς διαφορετικό χαρακτήρα.

Η Έκθεση της Θεσσαλονίκης  ξεκίνησε -ορθώς- ως ένα εμπορικό γεγονός διεθνούς ακτινοβολίας  και μετεξελίχθηκε σε ένα απαξιωμένο εμπορικό προϊόν, γνωστό κυρίως για τη σημασία του σε  Εθνικό Πολιτικό επίπεδο.

Λόγω των καιρών οφείλει να επιστρέψει στις ρίζες του, να "αποκρατικοποιηθεί".

Για μια δεκαετία και βάλε προ της έλευσης της κρίσης τα πομπώδη κρατικά και υπουργικά περίπτερα πρωταγωνιστούσαν και στρέβλωναν και τον εμπορικό και τον διεθνή χαρακτήρα της έκθεσης. Πλέον λιγότερο από παλαιότερα αλλά με την ιδιωτική πρωτοβουλία να απουσιάζει δυστυχώς.

Πλέον, η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης πρέπει να επαναπροσδιορίσει την ταυτότητα της ως εμπορική έκθεση των Βαλκανίων και να αποτελέσει το εργαλείο στα χέρια της πόλης για την ενίσχυση της ως επιχειρηματικό κέντρο ακόμα και σαν κέντρο σύγχρονου συνεδριακού τουρισμού στα πλαίσια ενός νέου Οικονομικού Μοντέλου Ανάπτυξης.

Στόχος της πολιτείας και των ιθυνόντων θα πρέπει να είναι η αξιοποίηση των ευκαιριών που δίδονται από τις συγκυρίες με σχεδιασμό και σοβαρότητα, καθώς και η ανάληψη της ευθύνης από τους ιδιώτες χρησιμοποιώντας τα παραδείγματα καλών πρακτικών από το εξωτερικό και υιοθέτηση για την ενίσχυση της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης. Η ΔΕΘ μπορεί να αποτελέσει ένα από τα προσφορότερα μέσα για την βιώσιμη ανάπτυξη αναλαμβάνοντας τον ρόλο της ουσιαστική και προοδευτικής προβολή της νέας και καινοτομικής επιχειρηματικότητας της χώρας.

Φυσικά η ΔΕΘ αποτελεί καλώς ή κακώς τον αντιπροσωπευτικό καθρέπτη της κατάστασης στα οικονομικής και πολιτικά πράγματα της χώρας… και οι καθρέπτες συνήθως δεν ψεύδονται…